Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

prifraŭdi < pri + fraŭd- + -i

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα prifraŭdi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας prifraŭdas prifraŭdanta prifraŭdata
αόριστος prifraŭdis prifraŭdinta prifraŭdita
μέλλοντας prifraŭdos prifraŭdonta prifraŭdota
υποθετική prifraŭdus - -
προστακτική prifraŭdu - -

prifraŭdi (eo)

  • κάνω κάτι στα κρυφά, στα κλεφτά, χωρίς ο άλλος να το καταλάβει
ĉu vi prifraŭdis mian leteron? - μήπως διάβασες στα κρυφά το γράμμα μου;

Συνώνυμα επεξεργασία

Άλλες γραφές επεξεργασία