Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /pɔ.li.y.ʁik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
polyurique polyuriques

polyurique (fr) αρσενικό ή θηλυκό