Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /pɔ.li.si.la.bik/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
polysyllabique polysyllabiques

polysyllabique (fr) αρσενικό ή θηλυκό