Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈpʲiwkaʃ/
 

  Ετυμολογία

επεξεργασία
piłkarz < piłka (pl)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

piłkarz (pl) αρσενικό

  1. αθλητής του ποδοσφαίρου, ποδοσφαιριστής
  2. αθλητής της χειροσφαίρισης, χειροσφαιριστής

Δείτε επίσης

επεξεργασία