periodicity
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαperiodicity < (άμεσο δάνειο) γαλλική périodicité
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˌpɪərɪəˈdɪsɪti/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαperiodicity (en)
periodicity < (άμεσο δάνειο) γαλλική périodicité
periodicity (en)