Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

pentaèdre < penta- + -èdre

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
pentaèdre pentaèdres

pentaèdre (fr) αρσενικό