Ουσιαστικό

επεξεργασία

patricide (en)

  1. η πατροκτονία
  2. ο πατροκτόνος



  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
patricide patricides

patricide (fr) αρσενικό

  1. η πατροκτονία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
patricide patricides

patricide (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. ο/η πατροκτόνος

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
patricide patricides

patricide (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. πατροκτόνος