Προφορά

επεξεργασία
 

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
parlementaire parlementaires

parlementaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
parlementaire parlementaires

parlementaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. ο /η βουλευτής
  2. η βουλευτίνα