Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

  1. που αφορά αλληλοαποκλειόμενη ρήτρα συσχετίσεων ομάδας
  2. πρότυπος

Ρουμανικά (ro) επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

paradigmatic (ro)

  1. (γλωσσολογία) παραδειγματικός