Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

paŝ- < γαλλική passer, αγγλική pass, ιταλική passare

  Ρίζα επεξεργασία

paŝ- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: περνώ

Παράγωγα επεξεργασία