Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

oncoming < on- + coming

  Επίθετο επεξεργασία

oncoming (en)

  • που πλησιάζει από την αντίθετη κατεύθυνση
    oncoming cars - τα αυτοκίνητα που έρχονται από την αντίθετη κατεύθυνση