nvm
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- nvm < σύντμηση του never mind
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˌenˈviː.em/
Συντομομορφή επεξεργασία
nvm (en) αρκτικόλεξο
- (διαδικτυακή αργκό) αρκτικόλεξο του never mind
Δείτε επίσης : NVM |
nvm (en) αρκτικόλεξο