Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

nonblocking < non- + blocking

  Ουσιαστικό επεξεργασία

nonblocking (en)

  • (επιστήμη υπολογιστών, θεωρία υπολογιστών) εργασία (πρόγραμμα, διεργασία, εντολή (προγράμματος), κλπ.) που εκτελείται ασύγχρονα (όχι σειριακά), που επιτρέπει να εκτελεστεί η επόμενη εργασία, χωρίς να περιμένει η ίδια να ολοκληρωθεί· που στην ουσία εκτελείται παράλληλα (στον ίδιο χρόνο) με τις επόμενες εργασίες

Άλλες γραφές επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία