nicer
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- nicer < nic(e) + -er συγκριτικό
Επίθετο
επεξεργασίαnicer (en)
- συγκριτικός βαθμός του nice
Επίρρημα
επεξεργασίαnicer (en)
- (προφορικό) συγκριτικός βαθμός του nice, ανεπίσημη μορφή του nicelier
nicer (en)
nicer (en)