Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
newlywed
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Επίθετο
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
newlywed
<
newly
+
wed
Ουσιαστικό
επεξεργασία
newlywed
(en)
ο
νεόνυμφος
, ο
νιόπαντρος
Επίθετο
επεξεργασία
newlywed
(en)
νεόνυμφος
,
νιόπαντρος