Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
navy
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ουσιαστικό
1.1.1
Παράγωγα
1.2
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
navy
navies
Ουσιαστικό
επεξεργασία
navy
(en)
το
ναυτικό
⮡
a
navy
officer/an officer in the
navy
- αξιωματικός του
ναυτικού
Παράγωγα
επεξεργασία
merchant navy
Πηγές
επεξεργασία
navy
-
Oxford Learner's Dictionaries