Πολωνικά (pl) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

‹naszej ery›

  Ετυμολογία επεξεργασία

n.e. < naszej ery (της δικής μας εποχής)

  Συντομομορφή επεξεργασία

n.e. (pl) συντομογραφία

Αντώνυμα επεξεργασία