nécrophile
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ne.kʁɔ.fil/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
nécrophile | nécrophiles |
nécrophile (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
nécrophile | nécrophiles |
nécrophile (fr) αρσενικό ή θηλυκό