Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ne.kʁɔ.fil/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
nécrophile nécrophiles

nécrophile (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. νεκρόφιλος

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
nécrophile nécrophiles

nécrophile (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. νεκρόφιλος

Συγγενικά επεξεργασία