motori
Ίντο (io)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαmotori (io)
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
motore | motori |
motori (it)
motori (io)
ενικός | πληθυντικός |
motore | motori |
motori (it)