moteur à essence
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
moteur à essence | moteurs à essence |
moteur à essence (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
moteur à essence | moteurs à essence |
moteur à essence (fr) αρσενικό