Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /mi.kʁɔ.ʃi.mik/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
microchimique microchimiques

microchimique (fr) αρσενικό ή θηλυκό