Ετυμολογία

επεξεργασία
malvarmigi < mal- + varmigi
ρήμα malvarmigi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας malvarmigas malvarmiganta malvarmigata
αόριστος malvarmigis malvarmiginta malvarmigita
μέλλοντας malvarmigos malvarmigonta malvarmigota
υποθετική malvarmigus - -
προστακτική malvarmigu - -

malvarmigi (eo)