Ετυμολογία

επεξεργασία
malobstrukci < mal- + obstrukci
ρήμα malobstrukci
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας malobstrukcas malobstrukcanta malobstrukcata
αόριστος malobstrukcis malobstrukcinta malobstrukcita
μέλλοντας malobstrukcos malobstrukconta malobstrukcota
υποθετική malobstrukcus - -
προστακτική malobstrukcu - -

malobstrukci (eo)