maïeutique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
maïeutique (fr) θηλυκό
- (φιλοσοφία) η μαιευτική
- παιδαγωγική μέθοδος που βασίζεται στον συλλογισμό
Επίθετο επεξεργασία
maïeutique (fr)
maïeutique (fr) θηλυκό
maïeutique (fr)