mégalithique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /me.ɡa.li.tik/
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
mégalithique | mégalithiques |
mégalithique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
mégalithique | mégalithiques |
mégalithique (fr) αρσενικό ή θηλυκό