Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
loyauté loyautés

  Ουσιαστικό επεξεργασία

loyauté (fr) θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη loyal