Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
lissage
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
lissage
< →
δείτε
τις λέξεις
lisser
και
-age
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
li.saʒ
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
lissage
lissages
lissage
(fr)
αρσενικό
η
λείανση