Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
licite
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
licite
(fr)
αρσενικό ή θηλυκό
(
πληθυντικός
licites
)
θεμιτός
νόμιμος