leaflike
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαleaflike (en) (συγκριτικός: more leaflike, υπερθετικός: most leaflike)
- φυλλοειδής, σαν φύλλο, όμοιος με φύλλο, κατά την έννοια της ομοιότητας φυλλώδης
leaflike (en) (συγκριτικός: more leaflike, υπερθετικός: most leaflike)