Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
laitage
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
laitage
laitages
Ουσιαστικό
επεξεργασία
laitage
(fr)
αρσενικό
τα
γαλακτοκομικά
(βούτυρο, γιαούρτι, κρέμα, τυρί...)