Ινδονησιακά (id) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

kota (id)

Πολωνικά (pl) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

kota (pl)

  • kot (pl) στη γενική και την αιτιατική του ενικού