Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
kłopot
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πολωνικά
(pl)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
kłopot
(pl)
αρσενικό
κάτι που δημιουργεί δυσκολίες, προβλήματα ή ενοχλήσεις, το
πρόβλημα
, η
ενόχληση
, η
ταλαιπωρία