Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ενικός αριθμός: intricacy (en)
πληθυντικός αριθμός: intricacies (en)

  • η πολυπλοκότητα
  • οι δομικές μικρολεπτομέρειες, οι επιμέρους συνθέτες αλληλεπιδράσεις