Επίθετο

επεξεργασία

internal (en)

  1. εσωτερικός
    ⮡  The internal surface of the pan is hot
    Η εσωτερική επιφάνεια του τηγανιού είναι ζεστή
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη inside
     αντώνυμα: external