Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɛ̃.tɛʁ.ʃɑ̃.ʒabl/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
interchangeable interchangeables

interchangeable (fr) αρσενικό ή θηλυκό