Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
in writing
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Έκφραση
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
in writing
< →
δείτε
τις λέξεις
in
και
writing
Έκφραση
επεξεργασία
in writing
(en)
(
ιδιωματισμός
)
γραπτώς
⮡
I send them to her
in writing
.
Της τα στέλνω
γραπτώς
.
Πηγές
επεξεργασία
writing (idioms): in writing
-
Oxford Learner's Dictionaries