Ετυμολογία

επεξεργασία
imitor < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈi.mi.tor/

imitor (la) (αποθετικό ρήμα) (imitor1, imitātus sum, imitārī)