Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /i.pɛʁ.sɛ.ksɥɛl/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
hypersexuel hypersexuels

hypersexuel (fr) θηλυκό