Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /i.me.ne/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
hyménée hyménées

hyménée (fr) αρσενικό