humanoïde
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /y.ma.nɔ.id/
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
humanoïde | humanoïdes |
humanoïde (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
humanoïde | humanoïdes |
humanoïde (fr) αρσενικό