horticulture
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ɔʁ.ti.kyl.tyʁ/
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
horticulture | horticultures |
horticulture (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
horticulture | horticultures |
horticulture (fr) θηλυκό