Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɔ.nɔ.ʁɛːʁ/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
honoraire honoraires

honoraire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία