hexagon
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
hexagon | hexagons |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαhexagon (en)
Ρουμανικά (ro)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαhexagon (ro) ουδέτερο
ενικός | πληθυντικός |
hexagon | hexagons |
hexagon (en)
hexagon (ro) ουδέτερο