Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɛ.ɡza.ɛdʁ/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
hexaèdre hexaèdres

hexaèdre (fr) αρσενικό