Άνοιγμα κύριου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Κοντινά
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
hel
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ολλανδικά (nl)
1.1
Προφορά
1.2
Ουσιαστικό
2
Πολωνικά (pl)
2.1
Προφορά
2.2
Ουσιαστικό
2.2.1
Συγγενικές λέξεις
Ολλανδικά
(nl)
Επεξεργασία
Προφορά
Επεξεργασία
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
Επεξεργασία
hel
(nl)
η
κόλαση
Πολωνικά
(pl)
Επεξεργασία
Προφορά
Επεξεργασία
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
Επεξεργασία
hel
(pl)
αρσενικό
(
χημεία
) το
χημικό στοιχείο
:
ήλιο
Συγγενικές λέξεις
Επεξεργασία
Helios
helio-
helowiec
helowy