héraldique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- héraldique < μεσαιωνική λατινική heraldicus < heraldus
Προφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
héraldique | héraldiques |
héraldique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- που αφορά τα οικόσημα
- ornement héraldique - διάκοσμος των οικοσήμων
Ουσιαστικό
επεξεργασίαhéraldique (fr) θηλυκό
- un livre d'héraldique - ένα βιβλίο οικοσημολογίας, που περιγράφει τα οικόσημα
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- héraldique στη γαλλική Βικιπαίδεια
- blason
- écusson