hémostatique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /e.mɔ.sta.tik/
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
hémostatique | hémostatiques |
hémostatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
hémostatique | hémostatiques |
hémostatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό