go haywire
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαgo haywire (en)
- (ιδιωματισμός, ανεπίσημο) γίνεται σαν της τρελής (τα μαλλιά)
- ⮡ My plans have gone haywire.
- Τα σχέδια έγιναν σαν της τρελής (τα μαλλιά).
- ⮡ My plans have gone haywire.