gentilhomme
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαgentilhomme (fr) αρσενικό
Πηγές
επεξεργασία- gentilhomme - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé
gentilhomme (fr) αρσενικό