fricadelle
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- fricadelle < ολλανδική
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /fʁi.ka.dɛl/
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
fricadelle | fricadelles |
fricadelle (fr) θηλυκό
- ο κεφτές (Βέλγιο)
ενικός | πληθυντικός |
fricadelle | fricadelles |
fricadelle (fr) θηλυκό